Ο Σαμψών δεν ματώνεται πια

«Θα ‘ρθω κάποια μέρα απ’ το γραφείο να σε πάρω απ’ τη δουλειά
Να πάμε βόλτα στο Θησείο στην αρχαία αγορά
Να μου πάρεις ένα γλειφιτζούρι
Και να δούμε τον Σαμψών
Να ματώνεται στην πέτρα της ζωής των αλλονών…».

Φοίβος Δεληβοριάς, «Ο Φώτης»

Ο Γιάννης Κεσκιλίδης «δεν θα ματώνεται πια στην πέτρα της ζωής των αλλονών». Πάει, ξεκουράστηκε. Ενενήντα χρόνια ήταν πολλά. Βάρυναν στην πλάτη του πιο πολύ κι από τους τόνους πέτρες που είχε σηκώσει στη ζωή του, δίνοντας παραστάσεις απ΄άκρη σε άκρη στην Ελλάδα.

Τα νούμερά του έκαναν το κοινό να παραληρεί. Έσπαγε πέτρες στο κεφάλι του, έσερνε φορτηγά με τα δόντια του, αυτοκίνητα περνούσαν από πάνω του, ξιφολόγχες καρφώνονταν στην κοιλιά του. Ο κόσμος ήταν που τον βάφτισε Σαμψών…

«Σήκωνα τάβλες, έσπαγα πέτρες… Είχα πολλά μαλλιά, γι’ αυτό μ’ έλεγαν Σαμψών» είχε πει κάποτε. Στα παιδικά μας μάτια φαινόταν ανίκητος, ένας αδάμαστος ήρωας… Μεγαλώσαμε εμείς, μεγάλωσε κι αυτός. Ο θρύλος του ξεθώριασε…

«Τα μαλλιά μου τα έχασα, επειδή έσπαγα πέτρες και ξύλα στο κεφάλι μου, απ’ τα ιώδια που έβαζα» ομολόγησε σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του. Δεν έφυγε όρθιος όπως θα το ήθελε. Ο θάνατος τον βρήκε στο κρεβάτι του νοσοκομείου Αγίου Όλγα, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο διάστημα.

Σήμερα Τρίτη (28/5/2019) είναι ο αποχαιρετισμός. Στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει…

Το βιογραφικό του όπως το συνέταξε το ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. Δήμου Ν. Ιωνίας

Ο Γιάννης Κεσκιλίδης γεννήθηκε το 1929 στην Καλλιθέα από γονείς πρόσφυγες του Ελληνοποντιακού ξεριζωμού. Ο παππούς του, πεχλιβάνης παλαιστής είχε αφήσει όνομα στην Μικρά Ασία.

Τα παιδικά του χρόνια ήταν πολύ δύσκολα, με τις στερήσεις, την πείνα της κατοχής, αλλά και τη φτώχεια της προπολεμικής και μεταπολεμικής Αθήνας. Μετά από μια περίοδο σκληρής απασχόλησης σε διάφορες βαριές εργασίες, όπως στα ανθρακωρυχεία Πεζά, αφοσιώνεται στην πάλη κάτω από τις οδηγίες του προπονητή του, και παλαιστή, Μοσχίδη Χαρίλαου, ήδη από το 1942. Μετά την απελευθέρωση γυμνάζεται και αγωνίζεται στον Πειραϊκό Σύλλογο κάτω από τις οδηγίες των Παπαδάκη, Μωραΐτη, Κωτσόβολου. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, μέσα στην στρατιωτική του θητεία, μυείται στις αθλητικές επιδείξεις δύναμης, από τον Ανδρέα Ανδριά.

Η αγάπη του και το μεράκι του για τον αθλητισμό τον οδηγούν σε νίκες και θριάμβους στην πάλη, σε αποθέωση και χειροκροτήματα για τα επικίνδυνα νούμερα επίδειξης δύναμης. Κάθε σημείο της Ελλάδας, καθώς και η Κύπρος, η Αλεξάνδρεια, η Κωνσταντινούπολη, το Τελ Αβίβ, η Βηρυτός, η Δαμασκός, σε μια περιοδεία πολλών ετών, από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’50 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70, αποτέλεσαν σημείο αναφοράς σε μια πολύχρονη περιοδεία, στην οποία διακρίθηκε και δοξάστηκε από όλους τους λαούς Έλληνες και μη.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 παντρεύεται την Κυριακή Συμεωνίδου που την γνωρίζει στην Κατερίνη κατά τη διάρκεια περιοδείας του και αποκτάει δύο παιδιά, την Κατερίνα και τον Χρήστο. Τώρα οι παραστάσεις του περιορίζονται στο Θησείο ή στην πλατεία Κοτζιά, με μία μεγάλη ετήσια τρίμηνη περιοδεία σε όλη την ελληνική επικράτεια να επαναλαμβάνεται κάθε καλοκαίρι.

Η επιμονή και η θέληση του τον βοηθούν να εντυπωσιάζει τα πλήθη, όπου κι αν βρίσκεται. Μιλάει στους θεατές, εκτελεί τα νούμερα του κινδυνεύοντας μπροστά τους, παλεύει για να ζει και δείχνει σε όλους πως η δόξα και οι δάφνες αφορούν απλούς βιοπαλαιστές. Ξεπηδά από μέσα του το αρχαίο μεγαλείο και προκαλεί, όταν στις παραστάσεις του φωνάζει για την μεταλλαγή της Ελληνικής κοινωνίας. Σαν δέσμιος Προμηθέας, στο νούμερο όπου τον δένουν με αλυσίδες, αλλά και σε άλλα νούμερα, προβάλει το λαϊκό πνεύμα που αντιστέκεται, την αγωνιστικότητα που ξεχειλίζει πλήρης συναισθημάτων.

Όπως έλεγε και ο ίδιος σε συνεντεύξεις του, τα κατορθώματά του δεν έχουν να κάνουν μόνο με τη σωματική ρώμη αλλά και με πνευματική συγκέντρωση. Η εντύπωση που έδινε στον κόσμο που τον παρακολουθούσε ήταν ενός ήρωα πανάρχαιων μύθων κάτω από το βράχο της Ακρόπολης. Κατέβαλε πολλές προσπάθειες στις παρουσιάσεις του, να μεταδώσει στο κοινό τις αγωνίες του για τη χώρα και τη νεολαία. Μία απ’ αυτές τις αγωνίες ήταν και είναι το πρόβλημα των ναρκωτικών που καταστρέφουν κάθε μέλλον κι ελπίδα.

Αντίθετα ο αθλητισμός και κυρίως ο κλασσικός χτίζει και επενδύει στη ζωή. Ο Σαμψών υπερασπίστηκε τους καθημερινούς ανθρώπους μέσα από τον τρόπο ζωής του και το παράδειγμά του. Ο κόσμος συναθροίζονταν γύρω του για να ψηλαφήσει στους άθλους του τα δικά του όρια και εσωτερικές δυνάμεις. Ήταν και είναι πεπεισμένος, πως ο άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει μια αληθινή συνείδηση μέσα στον κοινωνικό του χώρο στηριγμένη στις ανθρώπινες εμπειρίες και περιπέτειες, χωρίς τα φτιασίδια του καταναλωτισμού από τον οποίο κρατήθηκε μακριά. Είναι ένα παράδειγμα για όλους όσους ελπίζουν, αγωνίζονται και μοχθούν για ένα πιο πολιτισμένο αύριο.

Αφήστε μια απάντηση