Ο «Πεζοπόρος» στην Καλογρέζα του 1922

«Κατά την ήρεμον άνοιξιν περιπλάνησις εις την περιοχήν είνε ευχάριστος. Άνδρες, γυναίκες, έφηβοι και κοράσια, εργάζονται εις τους αγρούς, τα αμπέλια, τους λαχανόκηπους…»


Ο «Πεζοπόρος», κατά κόσμον, Δημήτρης Χατζόπουλος, εξαίρετος χρονογράφος της εποχής του, επισκέφθηκε την περιοχή της Καλογρέζας την άνοιξη του 1922 και αποτύπωσε τις εντυπώσεις του στη στήλη που διατηρούσε στην εφημερίδα «Εμπρός»


Ο Χατζόπουλος (Αγρίνιο 1872-Σέρρες 1936) σπούδασε νομικά, αρχιτεκτονική και φιλολογία, όμως σύντομα στράφηκε στη λογοτεχνία. Επιδόθηκε στη συγγραφή και στη δημοσιογραφία, συνεργαζόμενος κατά διαστήματα με αθηναϊκές εφημερίδες («Νέα Ελλάς», «Η Καθημερινή», «Σκριπ», «Εμπρός», «Χρόνος», «Εσπερινή», «Ανεξάρτητος», «Ακρόπολις» και άλλες) στις οποίες υπέγραφε με διάφορα ψευδώνυμα («Μποέμ», «Συμπολίτης», «Πεζοπόρος» και «Αθηναίος».


Υπήρξε από τους πρωτοπόρους του τουρισμού και του ορειβατισμού στην Ελλάδα και στα χρονογραφήματα του περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο, τοπία και αρχαιολογικούς χώρους. Οι περιηγήσεις του κάλυψαν μεγάλες περιοχές της Στερεάς Ελλάδας, της Θεσσαλίας, της Ευβοίας, της Πελοποννήσου. Ξεχωριστό όμως ενδιαφέρον έδειξε για τα τοπία της Αττικής.

Η δημοσιογραφική του διαδρομή ως «Πεζοπόρος» τερματίστηκε στις 6 Νοεμβρίου 1923 με τη δημοσίευση του τελευταίου του χρονογραφήματος που είχε τον τίτλο τίτλο, «Η χώνη του Ασωπού Α». Συνέχισε την επομένη, 7 Νοεμβρίου 1923, με το δεύτερο μέρος του χρονογραφήματος αλλά πλέον ως «Αθηναίος», αφού όπως έγραφε στο υστερόγραφο, «συνηθισμένος να πεζοπορώ 18-22 ώρας και ήδη μη δυνάμενος, ένεκα βλάβης του ποδός μου εκ των μακρών πεζοποριών, να βαδίζω περισσότερον των 10-12 ωρών, ενδεχόμενον δε και ολιγώτερον, αν δεν τον θεραπεύσω, δεν δικαιούμαι προς το παρόν της υπογραφής “Πεζοπόρος”, ως εκ τούτου υπογράφομαι “Αθηναίος”».


Όντας «Πεζοπόρος» ακόμη, τα βήματά του τον έφεραν στην Καλογρέζα και η περιγραφή του τόπου που μας έδωσε, παραπέμπει σε επίγειο παράδεισο… Ας την απολαύσουμε…

«Κατά την ήρεμον άνοιξιν περιπλάνησις εις την περιοχήν είνε ευχάριστος. Άνδρες, γυναίκες, έφηβοι και κοράσια, εργάζονται εις τους αγρούς, τα αμπέλια, τους λαχανόκηπους…Νεράκι κελαρύζει εις τους μεγάλους αύλακας και τα ρεμματάκια. Και πόσον πολύτιμον είνι εις τους εντοπίους το νερό πληροφορείται κανείς εκ της ανησυχίας που έχει η ερώτησις των προς τον μάτην προσπαθούντα να ανεύρη ίχνη των θαυμαστών ποτέ ιερών και βωμών: «Μήπως ήρθατε να μας πάρετε τα νερά;» Τρομαγμένοι οι αγρόται δια την δίψαν των Αθηνών… Ανάμεσα στα αραιά ελαιόδενδρα πολλά καρποφόρα. Αλλά συμμετρία η διάταξίς των. Καμία πλησμονή. Τόνοι ανθηροί καλοβαλμένοι. Συχνά το αττικόν τοπίον γνωρίζει την αυστηροτέραν έκφρασιν. Λευκοί, σαν χιονοτύλιγμα με ελαφράν ιώδη ανταύγειαν οι ανθοί της κερασιάς, κόκκινοι οι της ροδοκινιάς, άσπροι με απόχρωσιν πράσινου οι της αχλαδιάς, Νομίζει κανείς πως πίπτουν τα άνθη των με πυκνόν στρώμα εις την γην. Τόσες πολλές μαργαρίτες. Κόκκινα στίγματα. Η μολοχάνθη δεν καθυστέρησε εις άνθησιν…»

*Η βασική φωτογραφία του άρθρου είναι από τον χάρτη του J.A. Kaupert που χρονολογείται από το 1886 (ο περιηγητής έχει καταγράψει μέχρι και… καταρράκτη (wasser fall) στην περιοχή της Καλογρέζας).

Αφήστε μια απάντηση