Ο Άι Βασίλης στην Ουγκάντα λέγεται Αντώνιος και δεν πάει μόνο την πρωτοχρονιά

Η αλήθεια είναι πως δεν τα έχω καλά με τους Αγίους και με τους Θεούς τους. Τα έχω καλά όμως με τους ανθρώπους που περιγράφει ο αξέχαστος Νίκος. Καζαντζάκης ο οποίος ήταν και μεγάλος ταξιδευτής.

Θα σας θυμίσω τα λόγια του:

Ο άνθρωπος όταν νιώθει πόνο είναι ζωντανός, αλλά όταν νιώθει τον πόνο του άλλου τότε είναι Άνθρωπος. Τέτοιοι άνθρωποι είναι οι δικοί μου Θεοί και Άγιοι.

Πέρσι τον Δεκέμβρη, στα εγκαίνια της 3ης ατομικής έκθεσης φωτογραφίας μου, αντίκρισα μετά από χρόνια έναν τέτοιον Άνθρωπο. Ήταν ο Ιερέας, Αντώνιος Μουτιάμπα τον οποίο είχα γνωρίσει πριν από πολύ καιρό στην μακρινή Ουγκάντα της Αφρικής.

Συγκεκριμένα, πριν 18 χρόνια μέσα σε ένα αεροπλάνο των αιθιοπικών αερογραμμών είδα για πρώτη φορά τον πατέρα Αντώνιο. Εγώ είχα βάλει πλώρη για τρεις χώρες της ανατολικής Αφρικής, έχοντας αφετηρία την Αιθιοπία, ενώ ο πατέρας Αντώνιος ο οποίος κατοικούσε μόνιμα στην Αθήνα πήγαινε για έναν μήνα στην πατρίδα του την Ουγκάντα.

Ανταλλάξαμε λίγες κουβέντες εν πτήσει και αμέσως κατάλαβα πως έχω να κάνω με έναν ξεχωριστό άνθρωπο. Έναν άνθρωπο με απίστευτη ταπεινότητα, καλοσύνη, με θετική αύρα που την ένιωθες μόλις τον αντίκριζες και μ΄ ένα αυθόρμητο χαμόγελο που έφτανε ως τα μάτια.

Λίγο πριν κατέβω στην Αντίς Αμπέμπα, μου είπε πως θα χαρεί πολύ εάν καταφέρω και προσθέσω στο πρόγραμμα μου και την Ουγκάντα. Του εξήγησα πως η ταξιδιωτική μου περιήγηση, σύμφωνα με τις μέρες και τα χρήματα που έχω στην διάθεση μου, περιλαμβάνει τις χώρες Αιθιοπία, Τανζανία και Κένυα και δεν είναι εύκολο να ‘’συμπιέσω’’ το αρχικό μου σχέδιο.

Του υποσχέθηκα όμως ότι η Ουγκάντα θα είναι στους αμέσως επόμενους ταξιδιωτικούς μου προορισμούς. Χαμογέλασε σεμνά και αποχαιρετιστήκαμε θερμά, λέγοντάς μου πως πιστεύει πως θα συναντηθούμε σύντομα.

Τον επόμενο μήνα περιπλανήθηκα μεταξύ Αιθιοπίας, Τανζανίας και Κένυας, φροντίζοντας να ‘’περισσέψουν ‘’ λίγες μέρες. Στην συνέχεια τα ‘’ΚΤΕΛ’’ της Τανζανίας και της Κένυας, με τα γερασμένα και παραφορτωμένα λεωφορεία τους, με μετέφεραν στην Ουγκάντα, την πατρίδα του πατέρα Αντώνιου.

Περπατώντας στους δρόμους της πρωτεύουσας Καμπάλα με το χαρτί στο χέρι που έγραφε το όνομα του χωριού Ναμουγκόνα, ρωτούσα τους διερχόμενους οδηγούς οχημάτων πώς θα μπορούσα να φτάσω σε αυτό το χωριουδάκι που δεν υπήρχε στον χάρτη μου.

Μετά από αρκετές περιπέτειες και αφού γύρισα τα μισά χωριά της μαύρης ηπείρου με ένα όχημα ερείπιο, έφτασα αργά την νύχτα στο σκοτεινό χωριό. Εκεί, ευτυχώς βρήκα μια ζεστή αγκαλιά στον φιλόξενο χώρο της ιεραποστολής.

Το πρωί ανταμώσαμε τον πάτερα Αντώνιο ο οποίος με χαρά μάς έδειξε τους χώρους της ιεραποστολής. Το οίκημα περιελάμβανε έναν μεγάλο κοιτώνα για κάθε ασθενή και… οδοιπόρο σαν και εμένα, μια τραπεζαρία, μια εκκλησία και τρία δωμάτια που έπαιζαν τον ρόλο του ιατρείου-κλινικής. Πλησιάζοντας προς τον χώρο του ιατρείου η κατάσταση που αντίκρισα ήταν θλιβερή .

Απελπισμένοι γονείς να κουβαλούν στην αγκαλιά τους τα ημιλιπόθυμα παιδιά τους ενώ οι γιατροί εθελοντές να προσπαθούν με ελάχιστα μέσα να αντιμετωπίσουν την χολέρα, τον τύφο, την ελονοσία και το Aids.

Ο πατέρας Αντώνιος και όλη η ομάδα της ιεραποστολής, ξύπνιοι από τα άγρια χαράματα, βοηθούσαν με κάθε τρόπο να οργανώσουν γεύματα και να θέσουν σε λειτουργία τα μεταχειρισμένα ιατρικά μηχανήματα που είχε δωρίσει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών. Για την επόμενη μέρα οργάνωναν τα εγκαίνια της θεμελίωσης ενός σχολείου σε κοντινό χωριό .

Καθισμένος στο πεζούλι έξω από το ιατρείο μαζί με μια Ελληνίδα νοσηλεύτρια, η οποία κάθε χρόνο έπαιρνε την άδεια της και έρχονταν μαζί με μια ομάδα εθελοντών, άρχισε να μου μιλά για τον πατέρα Αντώνιο.

Ο πατέρας Αντώνιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ουγκάντα. Η οικογένεια του ήταν πάμπτωχοι και στα δεκάξι του χρόνια, γύρω στο 1980, έφυγε χάρη της βοήθειας της ιεραποστολικής εκκλησίας και εγκαταστάθηκε σε οικοτροφείο στην Κρήτη. Εκεί αφού τελείωσε το γυμνάσιο και το λύκειο σπούδασε στη Γεωπονική Σχολή Αθηνών και στην συνέχεια έβγαλε την Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης.

Έγινε ιερέας και ήταν εφημέριος σε διάφορες ενορίες στην Αθήνα. Στη συνέχεια παντρεύτηκε μια συμπατριώτισσα του αποκτώντας πέντε παιδιά. Κάθε καλοκαίρι έρχεται στην πατρίδα του, σηκώνει τα μανίκια του ράσου του και βοηθά με όποιον τρόπο μπορεί τον τόπο του.

Μετά από τέσσερις μέρες παραμονής μου στην Ουγκάντα πήρα τον δρόμο της επιστροφής για την πατρίδα, γεμάτος από μοναδικές στιγμές γεμάτες ανθρωπιά.

Μετά από λίγες μέρες επέστρεψε στην Αθήνα και ο πατέρας Αντώνιος με τον οποίο κράτησα συχνή επαφή. Σε μια ‘’εξομολόγηση’’ του μετά από ένα χρόνο, μου είπε πως δεν αρκεί αυτό που κάνει για τον τόπο του, και σκέπτεται να επιστρέψει πίσω.

Τους επόμενους μήνες έμαθα πως έφυγε για πάντα για την Ουγκάντα μαζί με την σύζυγο και τα τέσσερα από τα πέντε παιδιά του. Μετά από 24 χρόνια παραμονής στην Ελλάδα και ενώ είχε αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα, παράτησε μια στρωμένη ζωή, διότι ένιωθε πως είχε ηθική υποχρέωση να γυρίσει στον λαό του και να προσφέρει με οποιονδήποτε τρόπο.

Εδώ και 14 χρόνια ο πατέρας Αντώνιος, με όχημα την ιεραποστολή δίνει μάχη ενάντια στην πείνα, τη φτώχεια, τις αρρώστιες και τον αναλφαβητισμό των παιδιών της χώρας του.

Στην περιοχή Monde έχει την ευθύνη της λειτουργίας οικοτροφείων στα οποία στεγάζονται φτωχά και ορφανά παιδιά που εκτός από στέγη παρέχεται σε όλα τα παιδιά της περιοχής φαγητό, μόρφωση και ιατρική φροντίδα .

Πατέρας όλων των παιδιών ο Αντώνιος, μαγειρεύει για όλη την κοινότητά του, αγνοώντας την φυλετική ή την θρησκευτική ταυτότητα του καθενός.. Όλοι είναι καλοδεχούμενοι και τους περιμένει ένα πιάτο ζεστό φαγητό.

Αυτός είναι ο δικός μου Άγιος Βασίλης αυτός που απαρνήθηκε τις ανέσεις και την σιγουριά που είχε στην Ελλάδα και γύρισε πίσω για να γιατρέψει τις πληγές των συνανθρώπων του.

Αυτός ο ξεχωριστός ‘’Άγιος ‘’ της Ουγκάντα μας διδάσκει καθημερινά τι σημαίνει άνθρωπος και όχι μόνο τις μέρες των εορτών.

Καλή χρονιά φίλε μου ‘’Άγιε’’ Αντώνιε.

Πέτρος Τριανταφυλλίδης

Αφήστε μια απάντηση