Χίβα (Khiva) Ουζμπεκιστάν: “Παραμυθένια ομορφιά με διαβολικό παρελθόν”

Αγαπημένος τόπος το Ουζμπεκιστάν. Πριν δεκαπέντε χρόνια πήγα για πρώτη φορά με τα φιλαράκια μου Αννή και Φώντα Ζαβιτσάνο και μετά από τέσσερα χρόνια επέστρεψα στην χώρα του Ταμερλάνου παρέα με τον φίλο μου Γιάννη Γρηγορίου.

Στο ταξίδι αυτό παρεκλίναμε από την προκαθορισμένη πορεία μας προκειμένου να δούμε τον αρχαιολογικό χώρο του Πέντζικεντ στο γειτονικό Τατζικιστάν και την πόλη Κούνια Ούργκετς στο Τουρκμενιστάν.

Σε προηγούμενες αναρτήσεις μου έχω περιγράψει την Τασκένδη των προσφύγων μας, την κοιλάδα Φεργκάνα, το Σαχριζάμπ και τις αγαπημένες πόλεις του Καζαντζάκη Σαμαρκάνδη και Μπουχάρα.

Το ταξίδι αναμνήσεων στο μακρινό Ουζμπεκιστάν θα τελειώσει με την περιγραφή της Χίβα, το περιτριγυρισμένο από τείχη χανάτο που βρίσκεται απομονωμένο μέσα στο θανάσιμο περιβάλλον της ερήμου Κιζίλ Κούμ.
Η έρημος Κιζίλ Κούμ (κόκκινη έρημος) έχει έκταση 300.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ανήκει στο Ουζμπεκιστάν, στο Καζακστάν και ένα μικρό μέρος της στο Τουρκμενιστάν. Βρίσκεται ανάμεσα στα γνωστά ποτάμια Αμού Ντάρια (Amu-Darya), δηλαδή τον Ώξο ποταμό των αρχαίων Ελλήνων και Σιρ Ντάρια (Syr -Darya) ή Ιαξάρτη.

Εδώ ο δικός μας Αλέξανδρος ίδρυσε την Αλεξάνδρεια την επί του Ώξου ή Αλεξάνδρεια Ωξειανή .

Αφήσαμε την όμορφη Μπουχάρα πριν σηκωθεί ο ήλιος προκειμένου το γερασμένο αλλά πεισματάρικο Μόσκοβιτς να διασχίσει τα πεντακόσια χιλιόμετρα που μας χώριζαν από την Χίβα. Θέλαμε να φτάσουμε πριν μας βρει το σκοτάδι μέσα στην έρημο Κιζίλ Κούμ.

Στην διαδρομή υπήρχαν διάσπαρτες στρογγυλές σκηνές των νομάδων, με τα κοπάδια των προβάτων τους, ράτσας καρακούλ τα οποία έβοσκαν παρέα με τις Βακτριανές καμήλες. Επίσης στη μέση του πουθενά είδαμε έναν μικρό χωμάτινο οικισμό του οποίου οι κάτοικοι είχαν μαζευτεί σε παρακείμενη αλάνα σχηματίζοντας έναν κύκλο.

Σταματήσαμε το αυτοκίνητο και τρέξαμε προς τα εκεί βάζοντας σε λειτουργία τις κάμερες και τις φωτογραφικές μηχανές μας. Πλησιάζοντας προς το ανθρώπινο τείχος, διακρίναμε πως στο κέντρο του κύκλου διεξαγόταν αγώνας πάλης.
Οι καλοσυνάτοι κάτοικοι, βλέποντας τους ξενέρωτους δυτικούς να τρέχουν με κρεμασμένες τις φωτογραφικές μηχανές τους, άνοιξαν τον κύκλο και καλωσορίζοντας μας, μας επέτρεψαν να περάσουμε μπροστά .

Ηλικιωμένοι, καθισμένοι κατάχαμα στο δροσερό γρασίδι, θαύμαζαν τα παλικαράκια που συμμετείχαν στους αγώνες, ενώ οι νεώτεροι όρθιοι είχαν κάνει εξέδρα ζητωκραυγάζοντας σε κάθε επιδέξια λαβή και πτώση του αθλητή.

Αθλητές και κοινό έγιναν για λίγο τα μοντέλα μου και η χαρά τους ήταν μεγάλη που συμμετείχα στην διασκέδαση τους. Σε αυτές τις συναθροίσεις των κατοίκων τηρούνται κάποιοι κανόνες. Στην μια μεριά του κύκλου κάθονται μόνο οι γυναίκες όλων των ηλικιών και στην άλλη μεριά μικροί και μεγάλοι άνδρες.

«Κουράς (Kurash) ονομάζεται το είδος της συγκεκριμένης πάλης και είναι το εθνικό μας άθλημα» είπε χαμογελώντας το… golden boy του χωριού μιλώντας λίγα αγγλικά με βαριά ρώσικη προφορά.

Το καινούργιο όνομα που του έδωσα έχει να κάνει με την ολόχρυση οδοντοστοιχία του , την οποία μου έδειχνε όλο καμάρι με κάθε ευκαιρία.
Στο Ουζμπεκιστάν γυναίκες και άνδρες είναι πολύ συνηθισμένο να έχουν χρυσά δόντια. Είναι για αυτούς σημάδι του πλούτου και αυτό δείχνει πόσο σημαντικός είσαι. Φαντάζομαι είναι σαν να είχες στην Ελλάδα παλαιότερα κότερο ή αυτοκίνητο κάμπριο για τον άντρα ή τσάντα ή φόρεμα γνωστού σχεδιαστή για την γυναίκα. άσχετα με την πραγματική οικονομική σου επιφάνεια.

Η άλλη θεωρία που άκουσα είναι ότι το εθνικό σύστημα υγείας του Ουζμπεκιστάν παρέχει σχεδόν δωρεάν τα χρυσά δόντια ενώ τα πορσελάνινα κοστίζουν ακριβά. Δεν ξέρω τι ισχύει, πάντως εγώ θυμάμαι ότι η γιαγιά μου που ήρθε πρόσφυγας το 22 από τα μέρη της Ανατολής είχε τα χρυσά δοντάκια της και έσκαγε όλο καμάρι δεξιά αριστερά χαμόγελα.

«Την έχουμε στο αίμα μας την πάλη εμείς οι λαοί που ζούμε στην κεντρική Ασία. Είναι μια μορφή εξάσκησης αλλά και διασκέδασης» συνέχισε να λέει το χρυσό αγόρι. «Τις Κυριακές που αρκετοί από εμάς δεν εργάζονται διοργανώνουμε αγώνες πάλης και συμμετέχει κατά κάποιον τρόπο όλο το χωριό. Είναι η κυριότερη διασκέδαση όλης της κοινότητας και αυτό συνεχίζεται από γενιά σε γενιά εδώ και αιώνες».

Το άθλημα αυτό συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα των Ασιατικών Αγώνων και γίνονται ενέργειες να συμπεριληφθεί και στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι αντίπαλοι παλαιστές φοράνε χιτώνα. Κατά την διάρκεια της πάλης ο παλαιστής προσπαθεί να ρίξει τον αντίπαλο κάτω στο έδαφος. Αν ο αντίπαλος πέσει κάτω με την πλάτη, τότε νικάει. Αν ο αντίπαλος πέσει πλαγίως, τότε παίρνει πόντους.

Μετά από δυο αγώνες, που πραγματικά ήταν ό,τι ποιο αυθεντικό έχω δει σε άθλημα, χαιρετήσαμε τους αξιαγάπητους κατοίκους του μικρού οικισμού και συνεχίσαμε το ταξίδι μας μέσα στο απέραντο και πληκτικό θέαμα της έρημου.

Ξεφυλλίζοντας τις σημειώσεις μου, εντύπωση μου έκανε πως το μικρό χανάτο της Χίβα που θα επισκεπτόμασταν ήταν για αιώνες γνωστό ως το μεγαλύτερο σκλαβοπάζαρο της κεντρικής Ασίας.

Το 1920, που ήρθαν οι Σοβιετικοί, αυτή η «μπίζνα’» σταμάτησε. Οι σκληροτράχηλες φυλές που λυμαίνονταν τις στέπες και τις ερήμους έκαναν επιδρομές στις γύρω περιοχές και έπιαναν οποιονδήποτε επιχειρούσε να εισέλθει στην περιοχή τους.

Αλίμονο σου εάν έπεφτες στα χέρια τους. Πουλιόσουν μπίρ παρά στην Χιβα και εάν δεν άξιζες και πολλά λόγω ηλικίας, ο χάνος της Χίβα σε βασάνιζε στην κεντρική πλατεία προς παραδειγματισμό των παρευρισκόμενων ή αν ήσουν τυχερός, σου έπαιρνε το κεφάλι..

Οι σκλάβοι ήταν κάθε λογιών ράτσας αλλά κυρίως από φυλές Τουρκμένων και Καζάκων. Βέβαια δεν έκρυβαν την ιδιαίτερη αδυναμία τους στην απαγωγή Περσών και ιδιαίτερα Περσίδων.

Λευκό σημείο στον χάρτη αποτελούσε η περιοχή για τους ευρωπαίους και όσοι επιχείρησαν να εισέλθουν έγιναν σκλάβοι, ή άφησαν τα κόκαλα τους στην κόκκινη έρημο.

Το 1717 ο Χάνος (βασιλιάς) της Χίβα. ζήτησε τη βοήθεια του Τσάρου της Ρωσίας προκειμένου να ξεπαστρέψει τις διάφορες φυλές που έμπαιναν στα εδάφη του και τα λεηλατούσαν. Το αντάλλαγμα γι΄αυτή την βοήθεια θα ήταν η υποταγή του χανάτου στην μεγάλη Ρωσία.

Ο Μεγάλος Πέτρος ανταποκρίθηκε αμέσως και έστειλε τον πρίγκιπα Αλέξανδρο με 4.000 άνδρες, αλλά μέχρι να φτάσει η ρώσικη μεραρχία ο Χάνος το… μετάνιωσε.

Την ώρα που οι Ρώσοι έφταναν χαλαροί, πιστεύοντας πως θα συναντήσουν ένα φιλικό βασίλειο, οι πολεμιστές της Χίβα τους περικύκλωσαν και τους πήραν τα κεφάλια. Ελάχιστους κράτησε ζωντανούς πιθανόν για να εμπλουτίσει τις φάρες των σκλάβων που είχε στο σαράι του.

Η ασφάλτινη ευθεία που διέσχιζε την έρημο ήταν απελπιστικά μονότονη.
Ένα επίπεδο τοπίο χωρίς καμία εναλλαγή για ώρες. Ευτυχώς η παρέα του φίλου μου του Γιάννη και η στοίβα των σημειώσεων που είχα μαζέψει για το ταξίδι μίκρυνε την απόσταση.

Αποκοιμήθηκα διαβάζοντας το ημερολόγιο του Ούγγρου τουρκολόγου και ταξιδιώτη Αρμένιους Βάμπερυ (Ármin Vámbéry) που το 1861 μεταμφιεσμένος σε σουνίτη δερβίση με το όνομα Rasid Effendi προσχώρησε σε ένα καραβάνι προσκυνητών που επέστρεφαν από τη Μέκκα και τόλμησε να κάνει ένα ταξίδι που κανένας σύγχρονος δυτικός δεν τολμούσε να κάνει εκείνη την εποχή.

«Το πρόσωπό μου ήταν καλυμμένο από ένα στρώμα σκόνης πάχους 1 ίντσας. Είχα αρκετές ευκαιρίες να το ξεπλύνω στην έρημο αλλά προτίμησα να μείνω έτσι για προστασία από τη ζέστη του ήλιου και προπάντων για καμουφλάζ . Η αλήθεια είναι πως όλοι μας ήμασταν παραμορφωμένοι από το στεγνό πλύσιμο με την άμμο, το υποκατάστατο των λουτρών με νερό, όπως ορίζει ο Προφήτης στους ταξιδιώτες της ερήμου. Κάθε φορά που μας έβλεπαν νομάδες και μάθαιναν ότι ερχόμασταν από την Μέκκα έτρεχαν να σφίξουν τα χέρια μας και να πάρουν την ευλογία του προφήτη. Άλλωστε εγώ ήμουν ένας δερβίσης (άνθρωπος του Θεού, μουσουλμάνος ασκητής ο οποίος έχει πάρει όρκο φτώχειας για να πετύχει την θρησκευτική έκσταση) Φεύγοντας, μας γέμιζαν με κρέας καμήλας, αλόγου ή προβάτου.

Φτάνοντας προς την Χίβα προσπάθησα να κρύψω τον φόβο μου διότι είχα ακούσει ότι ο Χαν κάνει σκλάβο κάθε ξένο που υποψιάζεται και η φήμη του για τα φρικτά βασανιστήρια που εφαρμόζει είναι γνωστά στα πέρατα του κόσμου. Για αυτόν τον λόγο είχα ραμμένη στην φόδρα του χιτώνα μου στρυχνίνη, ελπίζοντας να προλάβω να αυτοκτονήσω.

Κατά την είσοδό μας μέσω της κεντρικής πύλης μας περίμεναν πολλοί άνθρωποι οι οποίοι μας πρόσφεραν ψωμί και αποξηραμένα φρούτα. Για χρόνια δεν είχε φτάσει ένα τέτοιο πολυάριθμο καραβάνι και ήταν ευλογία για το χανάτο να έρθουν προσκυνητές από τους Άγιους τόπους Μέκκα και Μεδίνα.

“Aman essen gheldinghiz!” (Ευτυχώς φτάσατε!) “Ha shahbazim! Ha arslanim!” (γεράκι μου, λιοντάρι μου!) ζητωκραύγαζαν οι άνθρωποι και φιλούσαν τα χέρια μας και τα πόδια μας λες και ήμασταν κάποιοι που κατέβηκαν από τον ουρανό.

Παρουσιάστηκα σε έναν από τους ακόλουθους του Χάνου λέγοντας του πως είμαι ο δερβίσης Rasid Effendi από την Ισταμπούλ και είμαι γνωστός του σουλτάνου. Η επιθυμία μου ήταν να δω τον Χάνο ώστε να δηλώσω τον σεβασμό μου προς την Μεγαλειότητα του.

Ο ακόλουθος εντυπωσιάστηκε βλέποντας έναν ταλαιπωρημένο ζητιάνο μέσα στα κουρέλια του να έχει τόσο υψηλές γνωριμίες και έτρεξε να με προϋπαντήσει. Όταν παρουσιάστηκα μπροστά στον Χάνο και άρχισα να του μιλώ, έμεινε έκπληκτος από την εκλεπτυσμένη ευγένεια μου, τις γνωριμίες μου, και την βαθιά γνώση μου στα ιερά κείμενα του κορανίου.

Τα λόγια μου φαινόταν να τον ευχαρίστησαν και διέταξε να μου δώσουν είκοσι χρυσά νομίσματα και ένα γερό ζώο. Δεν δέχτηκα τα χρήματα, με το πρόσχημα ότι ήταν αμαρτία για έναν δερβίση να κατέχει χρήματα, αλλά δέχτηκα το ζώο, λέγοντας του πως πρέπει να επιλέξει ένα λευκό, επειδή το λευκό χρώμα επιβάλλεται στους προσκυνητές σύμφωνα με τον ιερό νόμο του προφήτη.

Τον χαιρέτησα με σεβασμό και του είπα πως επιθυμώ να παραμείνω για λίγο καιρό στην Χίβα και μετά θα αποχωρούσα για την Μπουχάρα και την Σαμαρκάνδη.

Βλέποντας το προσώπου του Χάνου, διέκρινες έναν, άνθρωπο βαρετό με μάτια θολά και βυθισμένα στο κρανίο του. Τα χείλη του ήταν σφιγμένα και άσπρα και η φωνή του ασταθής ενώ το βλέμμα του μαρτυρούσε πόσο σκληρός και απάνθρωπος ήταν.

Βγαίνοντας από το παλάτι και περπατώντας στα σοκάκια της πόλης το νέο της επίσκεψης μου στον μεγάλο Χαν και η εύνοια του προς εμένα διαδόθηκε αστραπιαία. Οι προσκλήσεις από κυβερνητικούς αξιωματούχους και από εξέχοντες εμπόρους έπεφταν σαν βροχή. Οι επόμενες μέρες ήταν ένα πραγματικό βασανιστήριο για μένα.

Δεχόμουν καθημερινά έξι με οκτώ προσκλήσεις που ξεκινούσαν από το πρωί και τελείωναν αργά το βράδυ. Όλη μέρα βρισκόμουν μπροστά από ένα πιάτο ρυζιού που κολυμπούσε στο λίπος του προβάτου. Το βράδυ που επέστρεφα στο κονάκι μου στην πόρτα στέκονταν, γυναίκες ζητώντας λίγο khakishifa (σκόνη υγείας) την οποία φέρνουν οι προσκυνητές μαζί τους από το σπίτι του Προφήτη στη Medina. Η σκόνη αυτή πίστευαν ότι είναι φάρμακο για κάθε είδους ασθένεια. Άλλες πάλι με ικέτευαν να επισκεφτώ τον άρρωστο συγγενή τους προκειμένου να φυσήξω στο σώμα τους με την “άγια αναπνοή” για να γιατρευτούν.

Φυσικά, έπρεπε να δεχθώ όλα αυτά τα αιτήματα για να μη κινήσω τις υποψίες κανενός. Πηγαίνοντας στα σπίτια των αρρώστων άγγιζα με το χέρι μου το μέτωπο τους, τους έλεγα λόγια του φιλεύσπλαχνου προφήτη ενώ φυσούσα τρεις φορές στο σώμα τους. Οι ασθενείς τις περισσότερες φορές έκαναν έναν βαθύ αναστεναγμό και έλεγαν πως αισθάνονται ανακουφισμένοι από τους πόνους .

Τόσο εγώ όσο και οι φίλοι μου προσκυνητές από την Μέκκα είχαμε λόγο να είμαστε ευχαριστημένοι για το καλό που κάναμε σε αυτούς τους ανήμπορους ανθρώπους. Την ημέρα που ο Χαν θα απένειμε ‘’δικαιοσύνη’’ ήρθε ο υπουργός του, μου ζήτησε να παρευρεθώ και με οδήγησε στην πλατεία των εκτελέσεων. Νωρίτερα οι τελάληδες είχαν ξεχυθεί στην πόλη χτυπώντας τα τύμπανα τους καλώντας το πλήθος .

Πρώτα περάσαμε από μια περίκλειστη αυλή που μέσα υπήρχαν τριακόσιοι φυλακισμένοι πολεμιστές Τουρκομάνοι που στο φοβισμένο βλέμμα τους έβλεπες τον θάνατο. Οι φρουροί χώρισαν τους φυλακισμένους σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα κάτω των σαράντα ετών ήταν κατάλληλη να πωληθούν ως δούλοι ενώ η άλλη ομάδα προχωρημένης ηλικίας περίμεναν την τιμωρία που θα τους ανακοινώσει ο Χαν. Αφού τους αλυσόδεσαν όλους με μεταλλικούς χαλκάδες στον λαιμό, πήραν τους ηλικιωμένους όπως τα πρόβατα που τα οδηγούν για σφαγή, και τους μετέφεραν δεμένους χειροπόδαρα στην πλατεία των εκτελέσεων .

Το πλήθος είχε γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία και ο μέγας Χαν καθισμένος ψηλά σε έναν εξώστη έδωσε την εντολή. Ο εκτελεστής με ένα νεύμα υποχρέωσε τους κρατούμενους να ξαπλώσουν ανάσκελα στο έδαφος, γονάτισε πάνω στα στήθη τους και με ένα κοφτερό μαχαίρι τους έβγαζε τα μάτια».

-Εεεε Πέτρο ξύπνα φτάσαμε στην Χίβα.
-Ξύπνα ρε να φωτογραφήσεις την όμορφη πύλη της πόλης πριν σκοτεινιάσει.

Ευτυχώς οι φωνές του φίλου μου του Γιάννη με επανέφεραν στο δύο χιλιάδες τέσσερα διότι εκείνη την στιγμή ο δήμιος γονάτιζε μπροστά μου με το μαχαίρι στα χέρια.

Βρισκόμαστε στην δυτική πύλη Ota Darvosa (πύλη του πατέρα ) την ώρα του ηλιοβασιλέματος και περπατάμε με τα σακίδια μας για να μπούμε στην καρδιά της πόλης. Τα επιβλητικά τείχη που αγκαλιάζουν όλη την πόλη δεν είναι ικανά να κρύψουν αυτή την εκλεπτυσμένη ομορφιά των κτιρίων της.
Η Χίβα όμορφη σαν οπτασία, αθώα σαν μικρό αγγελούδι αλλά με ένα μακάβριο παρελθόν βουτηγμένο στο αίμα.

Έξω από την δυτική πύλη στέκεται το άγαλμα του μεγάλου μαθηματικού, αστρονόμου και γεωγράφου, Al-Khorezmi ή Algoritmi. Ο Al-Khorezmi πατέρας της Άλγεβρας και του όρου Αλγόριθμος, γεννήθηκε στην περιοχή.
Μία ώρα κάναμε να φτάσουμε στο λιτό κατάλυμά μας, αν και ήταν λίγα λεπτά από την πύλη. Από όποιον δρόμο κι αν κοιτούσες, έμενες με τον στόμα ανοιχτό από τα εκπληκτικά μνημεία που υπήρχαν ολόγυρα.

Κανένα άλλο μέρος στην κεντρική Ασία δεν σε φέρνει πιο κοντά στην ατμόσφαιρα της εποχής όταν υπήρχαν τα μικρά βασίλεια (χανάτα) στην καρδιά της έρημου. Η Χίβα είναι ένα από τα μνημεία της UNESCO που μπορείς να περπατήσεις πάνω στο σώμα της, να κοιμηθείς σε ένα από τα κτίσματα της και γενικότερα να ζήσεις μέσα στα μνημεία. Ό,τι εικόνα έχεις σχηματίσει με την φαντασία σου για το πως θα ήταν η Ανατολή παλαιά, το βλέπεις εδώ σήμερα.

Το βράδυ μετά από ένα καλό ουζμπέκικο γεύμα με βασικό συστατικό το αρνίσιο κρέας, διάβασα τη συνέχεια της απίστευτης περιήγησης του Ármin Vámbéry.

Ο μεγάλος ταξιδευτής τελικά γύρισε σώος και αβλαβής στην πατρίδα του και πέτυχε αυτό που ήθελε πάρα πολύ. Να επισκεφτεί τα τρία χανάτα της Κεντρικής Ασίας (Χίβα, Μπουχάρα και Σαμαρκάνδη).

Το υλικό που μάζεψε από αυτές τις αρχαίες κοινωνίες στην τρίχρονη περιπλάνηση του γράφτηκε το 1865 στα ουγγρικά και στα αγγλικά και δημοσιεύθηκε με τον τίτλο “Ταξίδια στην Κεντρική Ασία”.

Από τα χαράματα τριγυρνούσα στα καλντερίμια και στις πύλες της καστροπολιτείας. Στη νότια πύλη Tosh Darvosa, από την οποία έμπαιναν στην πόλη τα καραβάνια από την περιοχή της Κασπίας, σήμερα βρίσκεται η ψαραγορά της πόλης. Στον βορά η πύλη ήταν ο δρόμος των καραβανιών που έρχονταν από το Urgench ενώ ανατολικά στην Polvon Darvosa (πύλη του Ισχυρού) ανακοίνωναν τα διατάγματα του Χάνου.

Το τζαμί Dzhuma, υπήρχε από το 10ο αιώνα και την σημερινή μορφή του την πήρε το 18ο αιώνα. Οι διακόσιες δεκαοχτώ ξύλινες κολόνες που στηρίζουν αυτό το παλιό τζαμί, το καθιστούν μοναδικό δείγμα αρχαίου αραβικού τζαμιού.

Μπαίνοντας στο τζαμί διέκρινα στο βάθος ένα γεροντάκι που ήταν γονατιστό και προσεύχονταν. Το φως που έμπαινε ήταν ελάχιστο και η απόλυτη ησυχία δημιουργούσε μια ατμόσφαιρα κατανυκτική. Την ώρα που πλησίαζα σηκώθηκε στηριζόμενος στην κολόνα και με κοίταξε με ένα βλέμμα που έρχονταν από το μακρινό παρελθόν .

Ο πολιούχος της Χίβα είναι ο Pahlavan Mahmud και στο μαυσωλείο του συνηθίζεται να έρχονται οι νιόπαντροι για να πάρουν ευλογία από τον ιμάμη. Έπειτα το ζευγάρι βγαίνει στην αυλή για να πιει άγιασμα από το πηγάδι του αγίου και στη συνέχεια σουλατσάρει με όλους τους συγγενείς του στα στενά της πόλης οπού γίνεται και η φωτογράφιση μέσα σε αυτό το εκπληκτικό φόντο.

Περπατώντας προς το κέντρο της πόλης είδαμε το Τζαμί της Παρασκευής με τον ψηλό μιναρέ που είναι γνωστός και ως ο Πύργος του Θανάτου.
Από την κορυφή του εκτόξευαν τις μοιχαλίδες και αυτή η ποινή θεωρούνταν πως η κατηγορούμενη είχε αρκετά ελαφρυντικά. Άλλη ποινή που είχε μεγάλη λαϊκή συμμετοχή ήταν ο λιθοβολισμός μέχρι θανάτου. Ένα άλλο βασανιστήριο ήταν το τσουβάλιασμα μέσα σε έναν μικρό σάκο παρέα με άγριες γάτες. Τα βασανιστήρια σε αυτό το μέρος ήταν πανεπιστημιακού επιπέδου που θέλει σελίδες για να τα περιγράψεις.

Η Χίβα ως μεγάλος διαμετακομιστικός σταθμός ήταν η τελευταία στάση ανάπαυσης για τα καραβάνια που μετέφεραν εκτός από σκλάβους και άλλα πολύτιμα εμπορεύματα. Από εκεί ετοιμάζονταν και ξεκινούσαν τα καραβάνια προκειμένου να διασχίσουν την έρημο Καρακούμ φτάνοντας στο Ιράν. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Χίβα ήταν άριστοι τεχνίτες και αυτό είναι ολοφάνερο όπου σταθείς κι όπου βρεθείς παρατηρώντας τις σκαλιστές πόρτες των σπιτιών, τα διακοσμητικά μοτίβα των κεραμικών και την άριστη αρχιτεκτονική των μνημείων.

Τις γυναίκες με το παραδοσιακό πολύχρωμο πανωφόρι τους τις βλέπεις μέσα στα στενά της αγοράς να πουλάνε μικρά χειροποίητα μάλλινα είδη ενώ οι άντρες φορούν το χαρακτηριστικό γούνινο καλπάκι καρακόλ..

Σταματώντας σε ένα κατάστημα που πουλούσε γούνινα καλπάκια εντύπωση μου έκανε η μεγάλη διαφορά στην τιμή που είχαν μεταξύ τους. Η γούνα τους είναι από το πρόβατο Καρακούλ που είναι η αρχαιότερη φυλή εξημερωμένων προβάτων. Το ακριβότερο καλπάκι κατασκευάζεται από γούνα αγέννητου ζώου. Λίγες μέρες πριν γεννηθεί σφάζουν την μητέρα και παίρνουν την γούνα από το αγέννητο μωρό της διότι το τρίχωμα του αγέννητου ζώου είναι εξαιρετικά απαλό, μαύρο και με χαρακτηριστικούς κυματισμούς. Εάν τους πεις πως αυτό είναι βαρβαρότητα. θα σου πουν πως πρόκειται απλά για… ατύχημα την ώρα της γέννας του ζώου.

Δυστυχώς για να φτιαχτεί μια γούνα χρειάζονται περίπου 30 μωρά. Αυτή η αρρωστημένη πολυτέλεια έχει πελάτες σε όλο τον κόσμο και οι πιο κοινές ονομασίες που κυκλοφορούν στην αγορά από γούνες αγέννητων μωρών είναι οι Astrakhan Caraculs Galach Breitschwanz, Swakara, Namikara, Nakara, Agnello di Persia και Krimmer

Το φιλόξενο Ουζμπεκιστάν μας αποχαιρέτησε με έναν ποιητή του, φιλόσοφο και αστρονόμο, τον Ομάρ Καγιάμ που πιστεύεται ότι έγραψε χίλια τετράστιχα ή «ρουμπαγιάτ»

Μουσική του δικού μας Θανάση Παπακωνσταντίνου
Στίχοι: Ομάρ Καγιάμ

Αφού κανείς μας δεν μπορεί
το αύριο να τ’ ορίσει
γλέντα τη δόλια σου καρδιά
που η αγάπη βασανίζει

Με το φεγγάρι πιες κρασί
γιατί κι αυτό τ’ αστέρι
θα ψάχνει αύριο να μας βρει
μ’ άδικα θα γυρίζει

Πέτρος Τριανταφυλλίδης

Αφήστε μια απάντηση